ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΑ ΣΙΩΠΗΛΑ ΠΕΤΑΛΟΥΔΙΣΜΑΤΑ
Θέλω να γράψω… να σου γράψω… αλλά να σου πω τι; Δεν ξέρω πια τι στάση να κρατώ. Δε θυμάμαι όμως αν στο είχα πει. Μάλλον όχι, γιατί πάλι δεν ξέρω σε ποια γλώσσα να μιλήσω. Πάλι δεν ξέρω πως να σε συγκινήσω. Η διαίσθηση σου μπορεί να με καταλάβει, αλλά μόνο εάν της το επιτρέψεις εσύ, εάν το θέλεις, εάν δε φοβάσαι να την πιστέψεις. Όταν το επιθυμήσεις, θα μιλήσουμε αυτόματα και θα πούμε πολλά… με κλειστό το στόμα. Μέχρι τότε όμως, θα συνεχίσω να θαυμάζω το πόσο μου μοιάζεις. Είσαι ένα φοβερό καθρέφτισμα μπροστά μου.
Τα δεδομένα όμως αναγκάζουν τη σιωπή.
Κοντά σου μαγεύομαι, και το δικό σου άκομψο κάπως ενδιαφέρον, καταφέρνει πάλι να μου γεννά έναν συναισθηματικό οργασμό. Τις στιγμές όμως που με εκπλήσσεις με τον τρόπο σου, εγώ ζω διπλά, ίσως και τριπλά. Κάτι τέτοιες λεπτομέρειες κάνουν χρυσή τη ζωή μου. Με κάνεις να ανατριχιάζω από ρίγη χαράς. Μέχρι την επόμενη βουτιά στο κενό που εγώ θα πρέπει να σε περιμένω πάλι. Μου κάνει περισσότερη συντροφιά η προσμονή σου παρά εσύ. Εσύ που είσαι αναντικατάστατη, προδώνεις τη λαχτάρα που κρατώ για σένα. Εσύ.
Δρόμο δεν μου έδειξες ποτέ.
Για το χατίρι σου φορτώνω στο βιογραφικό μου ρόλους πολλούς, τους οποίους υποδύομαι θέλοντας να προστατέψω όσα μας ενώνουν και όσα μας κρατούν μακριά. Νομίζω κι επειδή δε θα θέλαμε να ταξιδέψουμε μαζί ψηλά, γιατί απλά φοβόμαστε τα ύψη. Είμαστε για προσγειωμένα ταξίδια σε εφικτούς προορισμούς, σε μέρη που ο έρωτας δεν πουλιέται στον χρόνο. Για βουνά όπου ο ήλιος κατρακυλά σαν πορτοκάλι. Όσες φορές κι αν ήθελα, δεν με βοήθησε η ζωηρή σου μανία να τολμήσω.
Αβέβαιο το αύριο και ο χαρακτήρας μας
Δείλιασα κι έφυγα. Από εσένα κι από μένα. Ξέφυγα χωρίς να μιλήσω, γιατί μου έμαθαν πως δεν είναι απαραίτητο να μιλάς πάντα. Με τρόμαξαν οι δικοί μου φόβοι, βασικά πέτυχαν το σκοπό της ύπαρξης τους. Και τώρα όσα επιθυμώ, κρύβονται γιατί… πάλι δεν ξέρω. Ανάμεσα στα «πρέπει» και τα «μη», διαλέγω το «μετά» να ξεκουραστώ. Ακαθόριστο το πότε μετά. Αλλά αφού μας βολεύει…
Σήμερα γάμο έχουμε… κουνήσου!
Αυτά πάντως που βλέπω μέσα σου, δεν τα βλέπεις εσύ. Δίνω μεγάλη προσήλωση σ’ αυτά γιατί τα ζηλεύω, κι εγώ κι ο ουρανός, και θα ‘θελα να σου τα κλέψω μαζί με σένα. Θα μπορούσαν άνετα να παντρευτούν τις ζωγραφιές της ψυχής μου γιατί μοιάζουν. Είναι με κάτι φεγγαρόβολτες που σκοτώνω μοναξιές μακριά από τα αθώα σου μάτια. Έντονα μάτια, γεμάτα δίψα για ζωή. Εσύ ακόμη κάθεσαι με σταυρωμένα χέρια;
Κάνε ένα ταξίδι μέσα στα μάτια μου
Ο,τιδήποτε παραπάνω θες ν’ ακούσεις από εμένα, πρέπει να ξέρω πως όντως θες να τ’ ακούσεις. Έτσι ειμ’ εγώ. Δεν μιλάω άδικα. Στην τελική, πάλι γέμισα το τετράδιο με λόγια, αμίλητα συναισθήματα και άβουλες σκέψεις. Δραπέτευσα μαζί με τα όνειρα μου τη μέρα που σε γνώρισα καλύτερα. Φίλησα στο χέρι το κύμα σου που με παρέσυρε κάτω απ’ τον μανδύα του σύμπαντος. Βίωσα το πεταλούδισμα. Πέταξα τόσο ψηλά που η Γη φαινόταν σαν μπαλίτσα. Δεν ήσουν εκεί, αλλιώς θα σου φώναζα «σ’ την χαρίζω»… ο κόσμος όλος δικός σου! Δεν ξέρω αν έχουμε μέλλον, με αφορά το παρόν όμως. Και δεν με κουράζει ούτε μου στοιχίζει να σε νοιάζομαι. Με γεμίζει. Φτάνει εσύ να χαμογελάς, με όποιο κόστος κι αν έχω εγώ, ακόμα κι αν εσύ πετάς για άλλους προορισμούς. Σαν σβούρα πάω κι έρχομαι στον γαλαξία σου, γιατί βρίσκω αφορμή πως ξέχασα τη σκέψη μου σε εσένα. Ουπς, όντως αυτό συμβαίνει συνέχεια! Πηγαινοέρχεται σαν μπούμερανγκ. Καρφώθηκε η αγωνία μου στο πρόσωπο σου. Συμφωνείς με την καρδιά μου γιατί σ’ αρέσουν τα κομπλιμέντα. Δεν σ’ αδικώ, και ποιού δεν αρέσουν.
Η δικιά σου όμως τί λέει;
Δεν ξέρω για σένα, αλλά για μένα δεν αμφιβάλλω. Άν μπορείς πείσε με πως κάνω λάθος. Δεν θα τα καταφέρεις. Αυτό που με καίει, τόσα σου λέει. Χάνομαι κάτω από τον τόνο της φωνής σου, και ζω το γέλιο σου όταν γελάς κάθε φορά πιο δυνατά. Περιμένω να μου δείξεις πλέον το δρόμο, να μου τον σιγουρέψεις, κουνήσου! Αλλιώς γίνε καθρέφτης πάλι και μίλα κι εσύ με τη σιωπή σου. Σ’ ευχαριστώ μέχρι τώρα όμως που μου δίνεις λόγο μοναδικό να ξυπνώ. Ξύπνιος θυμάμαι πως υπάρχεις. Αλήθεια, όταν υπάρχεις εσύ, ποιος αναίσθητος κοιμάται;
Με ξέρεις, δεν λέω πολλά λόγια εάν δεν τα πιστεύω. Ούτε και αισθάνομαι τα πράγματα λιγότερο από 100%. Αφού με ξέρεις κάπως και με καταλαβαίνεις. Τα πάντα όμως παραμένουν…
…αναγκαστικά σιωπηλά!
Το πιο πάνω αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο «Πλατωνικό Ταξίδι»
[img]