“Προς «εσένα», αν με θυμάσαι ακόμα.
Όταν σε σκεφτώ ή πέσω στο άλμπουμ μας, δεν ξέρω ακόμη πως να μου ανήκει κάτι αληθινό. Σου «μιλώ» τώρα για να μην ξεχαστείς μέσα μου.
Δεν υπάρχει λέξη που να μπορεί να μαζέψει ή να νομίζει ότι διορθώνει αυτά που έγιναν.
Δεν ήμουν έτοιμη για εσένα, έναν άνθρωπο που έβλεπε μέσα μου για να καταλάβει. Κι αυτό τρόμαζε ό,τι είχα σπασμένο. Ήσουν καθρέφτης και δεν άντεχα να βλέπω τον εαυτό μου. Ήθελα να με αγαπάς, δεν ήξερα να αγαπώ. Ήθελα να μείνεις αλλά σε έδιωχνα χωρίς να φεύγω. Κι όταν με κοίταζες με εκείνο το βλέμμα στην αρχή, έτρεμα γιατί ήξερα ότι δεν το άξιζα. Δεν ήμουν μόνο άδικη. Ήμουν άλλη. Έπαιρνα πριν δώσω. Και όποτε έλεγες “πιστεύω σε σένα”, “μπορείς”, εγώ ήξερα ότι έπαιζα με πράγματα που δεν έπρεπε να αγγίξω. Κι όμως το έκανα όταν με ξεχώρισες. Έχει ευθύνη η εμπιστοσύνη.
Ξέρω ότι εγώ δεν θα μπορούσα να ζήσω με μισή σκέψη από όσες σε γέμισα ή θα σε ένιωθα ξένο με το παραμικρό. Εσύ όμως κάθε άλλο. Ακόμα και αυτή τη στιγμή που… ξέρεις εσύ. Πάντα ένιωθες ότι ήμουν εκεί παρά τα λάθη μου και ίσως γι’ αυτό άντεχες, μα τώρα χαθήκαμε, γιατί ένιωσες ότι πλέον έλειπα στ’ αλήθεια. Κι αυτό τα άλλαξε όλα.
Τώρα;
Δεν ξέρω πού είσαι, πώς είσαι, με ποιο βλέμμα κοιτάς τον κόσμο. Αν σε δω ξανά, φοβάμαι ότι δεν θα αντέξω να διαβάσω στα μάτια σου την απόσταση που εγώ έφτιαξα. Φοβάμαι πως ό,τι κι αν ειπωθεί είναι αργά, όχι για σένα αλλά για μένα. Γιατί ίσως να μην μπορέσω να με συγχωρήσω εγώ.
Πονάει πιο πολύ που με ξέρεις ακόμα όπως κανένας άλλος, ούτε καν εγώ. Και φοβήθηκα να μείνω γυμνή μπροστά σου. Δεν ξέρω αν αξίζει πια να σε φέρω σε κάποιο όνειρο να σε νιώσω λίγο. Γιατί ακόμα νιώθω κι ας είπα ότι σε φοβήθηκα. Δεν ξέρω αν άλλαξα από τότε, ξέρω ότι σίγουρα θα άλλαξες εσύ και φταίω. Για κάθε δίλημμα, ήσουν η ασφάλεια και η σιγουριά μου, αλλά σε έβαλα απέναντι μου. Εγώ! Κάθε φορά που χαμογελώ ή νιώθω μόνη μέσα στις επιλογές μου, σκέφτομαι ότι αν υπήρχε ένας άνθρωπος που με είδε αληθινά, ήσουν εσύ.
Κι αυτό είναι το πιο όμορφο και το πιο άδικο ταυτόχρονα. Συγγνώμη. Όχι για να με συγχωρήσεις. Αλλά για να ακουστεί έστω και αργά μέσα μου. Μόνο αυτό.
Εκείνη που δεν θα ξεχάσει ποτέ…”
(Απόσπασμα)