Η ΦΥΛΑΚΗ ΠΟΥ ΛΕΓΕΤΑΙ «ΣΧΟΛΕΙΟ»

Στα σαρανταπέντε λεπτά, ακούς ένα ήχο που μοιάζει με το πρωινό κουδούνισμα στο ξυπνητήρι που απεχθάνεσαι. Τουλάχιστον επτά φορές γίνεται αυτό, χώρια τα διαλείμματα ή άλλες απρόοπτες εκδηλώσεις. Μεγάλοι διάδρομοι, από τη μια πλευρά του κτιρίου μέχρι την άλλη σε μέγεθος ποδοσφαιρικού γηπέδου ενώ και το ταβάνι σε κοιτάζει επίσης από πολύ ψηλά, λίγο πιο κάτω από τα αεροπλάνα. Όταν φύγεις από αυτό το μαρτύριο σε κάποια χρόνια, θα εύχεσαι να επιστρέψεις σε αυτό και θα ελπίζεις να ζήσεις τα ίδια βάσανα.

Οι φυλακισμένοι ακολουθούν κανόνες όπως και σε κάθε φυλακή. Πειθαρχίας, σεβασμού, τάξης, προγράμματος, ντυσίματος… που είναι για όλους το ίδιο. Ο Διευθυντής των φυλακών υπάρχει για να τον φοβάσαι, κι αυτό είναι ένας από τους κανόνες του χώρου. Ενώ οι υπόλοιποι υπάλληλοι κάνουν ό,τι μπορούν για να νιώθεις δούλος των σαδιστικών τους σχεδίων: διαγωνίσματα, διάβασμα, απρόοπτα, εκθέσεις, παρουσιάσεις. Πολλή δουλειά. Την επόμενη ημέρα τίποτα δε θυμάσαι, λες και στην είσοδο σου βάζουν ένα μικροτσιπ με κωδικό, ελεγχόμενο από άλλους. Μετά από χρόνια η μνήμη επανέρχεται και θυμάται περισσότερα απ’ όσα υπολογίζει ο νους. Μοιάζει να είναι ένα καλό σύστημα αυτό το «σχολείο».

Κάποτε θα βγεις από αυτήν ως καλός πολίτης, μόνο εάν στη θητεία σου εκεί μέσα δείξεις διαγωγή κοσμιοτάτη. Μαζί με τους συγκρατούμενους σου θα πρέπει να ενταχθείς στην κοινωνία, να δραστηριοποιηθείς και να επιβιώσεις μόνος σου διότι όσο ήσουν φυλακισμένος, τα περισσότερα εφόδια παρέχονταν σχεδόν δωρεάν. Πλήρωνες μόνο το εισιτήριο σου την πρώτη ημέρα εισόδου σου εκεί μέσα.

Τιμωρίες παντού. Ακόμη και να στέκεσαι στη γωνία με το ένα πόδι ψηλά. Είναι δική σου ευθύνη να μην σου τύχει κάτι τέτοιο. Ευθύνεσαι ακόμη και εάν κάνεις ποδαρικό στο γραφείο του Διευθυντή, σπάνια για καλό λόγο. Υπάρχει μια μυρωδιά σε όλο το χώρο, σε όποια περίοδο ή εποχή το επισκεφτείς, αυτή του χαρτιού παντού, αυτή της μπογιάς έξω από την αίθουσα Τέχνης, του ξύλου έξω από τα εργαστήρια και υπερβολική ζέστη στο γυμναστήριο. Η τάξη δίπλα από την αίθουσα Μουσικής πάντα ενοχλείται από τις νότες που δεν την αφήνουν σε ησυχία. Πού και πού μυρίζει και η χλωρίνη από το πουθενά.

Κάθε μέρα, κάθε ώρα μετρούν να δουν αν είσαι στη θέση σου ή αν απουσιάζεις χωρίς λόγο. Στρατιωτικός έλεγχος. Είναι και κάποιες γιορτές που σε αφήνουν ελεύθερο πολίτη δοκιμαστικά, να μην παρουσιαστείς, όπως στα Χριστούγεννα ή το Πάσχα. Αυτός ο μεγάλος πίνακας όμως που έχει κάθε αίθουσα, σαν μια μεγάλη τηλεόραση χωρίς ρεύμα, γεμίζει με σχήματα ή φράσεις που πρέπει να μάθεις με το ζόρι, αν θέλεις να βγεις από κει μέσα. Είτε σ’ αρέσουν είτε όχι. Από το λο-λα, το τό-πι μέχρι τη φυγόκεντρος δύναμη. Άλλες φορές μάλιστα, σε χώνουν μέσα σε λεωφορεία για να σε πάρουν εκδρομή σε μέρη που δεν διαλέγεις εσύ, για όσο χρόνο δεν διαλέγεις εσύ.

Σε άλλες περιπτώσεις, μαζί με τους άλλους φυλακισμένους χορεύεις, παίζεις, γελάς, κλαις από έρωτα, πέφτεις και χτυπάς. Στις ομαδικές συγκεντρώσεις κάθε ομάδα παρουσιάζεται στοιχισμένη και σε δυάδες. Όλο αυτό είναι μια άσχημη εμπειρία, που αναγκαστικά ζούμε όλοι μας, τουλάχιστον στις χώρες και στις περιπτώσεις όπου αυτό είναι οικονομικά εφικτό και κοινωνικά ικανό. Αναγκάζεσαι να γράφεις στους τοίχους, στα έπιπλα, στις κουρτίνες το δικό σου ημερολόγιο, μετρώντας επίσης αντίστροφα τις μέρες που απομένουν για να απελευθερωθείς. Μετά μετράς τις μέρες που είσαι μακριά από αυτό και θέλεις να επιστρέψεις. Όλα αυτά με τους αριθμούς και τα γράμματα που σου έμαθε η ίδια η φυλακή πριν χρόνια.

Υ.Γ. Στη φωτογραφία είναι η φυλακή που έβλεπα εγώ για 6 χρόνια καθημερινώς, έξω τα καλοκαίρια. Το Λανίτειο Λύκειο Α’ Λεμεσού, δίπλα από το Λανίτειο Γυμνάσιο. Παραμένει το ίδιο επτά χρόνια μετά, μόνο που θέλει ξανά βάψιμο. Από τον Σεπτέμβριο του 2013, τα δύο Λύκεια που υπήρχαν στο σχολικό χώρο, ενώνονται. Το Γυμνάσιο μετακομίζει.