ΣΤΑ ΒΟΥΒΑ

Έλα. Προχώρα και δώσε το παρόν σου. Αφήνονται όλα τα παράθυρα ανοικτά μονάχα για σένα, δείχνοντας σου αυτό που πρέπει να ακολουθήσεις για να φτάσεις σ’ ότι δεν είχες να σε γεμίζει ουσιαστικά. Μια γραμμή που οδηγεί στον πόθο. Για μνηστήρας ή μνηστή σου υπάρχει εκεί, φέρνοντας στη θύμησή και πάλι το θετικό εκείνο αίσθημα, το ζεστό αεράκι μέσα στον κρύο Χειμώνα, το αναγκαίο αλφάβητο στη γλώσσα της ζωής. Και σαν περνάει απ’ το μυαλό η σκέψη ενός ανύπαρκτου φόβου, μιας άπιαστης ιδέας πως ο άνεμος αυτός μπορεί ν’ αρπάξει ανά πάσα στιγμή τα όνειρα και τις σκέψεις που μαζί με τα πιο αθόρυβα κρυφά αισθήματα των σκοτεινών χορδών της ψυχής κάνουν το ακατόρθωτο απλώς κατορθωτό, τρομάζεις καθώς αντιλαμβάνεσαι πως ζεις πάνω σε έναν πλανήτη, ένα μέρος άγνωστο για σένα τη μέρα που γεννήθηκες, όμως τώρα τρομακτικό, αφού αυτή η σφαίρα, η μικρή σε σχέση με το υπόλοιπο αχανές σύμπαν μπαλίτσα, γυρίζει, και όσο γυρίζει συνεχίζει να σε τρομάζει όλο και πιο πολύ. Είναι ανάγκη να κάνει τόσο γρήγορες κινήσεις που αν και εμείς δεν τις νιώθουμε, υπάρχουν; Μεγάλο πράγμα η φύση, ασύλληπτη η δύναμή της. Φαντάζει απίθανο κανείς να ζήσει αιώνια, να γευτεί το αθάνατο ποτό απ’ την πηγή του παραδείσου. Θεωρείται όμως αναμφίβολο να γνωρίσει τη λογική του πάθους μέσα από το πιο λατρεμένο άθλημα κάθε είδους.

Έρωτας. Για ένα σμήνος ή ένα ολάκερο κήπο ανθισμένων λουλουδιών. Στο ηλεκτρισμένο σεντούκι αφήνονται όνειρα σημαδεμένα από σκλαβωμένα χέρια. Ανάγκη ζωής αφηγούνται με λαχτάρα απλώνοντας τρυφερότητα και ευαισθησία. Με το πνεύμα το αόριστο να κυριεύει τη ζωή υπάρχουν όλα. Δεν είναι η ύλη ή ο χρόνος, ούτε ο τόπος ή οι πράξεις που δημιουργούν το αισθησιακό νόημα του ρομαντισμού. Είναι συναισθήματα που οδηγούν στο δρόμο του, ψίθυροι να διαβάζουν τις σελίδες του. Της φύσης χημείες ενώνουν υλικά ασύμβατα μεταξύ του. Ενός χάους η στιγμή να δίνεται σαν ένα αγνό φιλί. Υπάρχεις.

Ζήσε το. Αξίζει. Το «όχι» κατοικεί στο άκυρο και λύτρωση φέρνει από τα ουράνια. Την υποτίμηση στα μάτια προδώνουν σταγόνες μικρές, ελάχιστου μεγέθους σημάδια ευτυχίας ή αγανάκτησης. Όταν οι άγγελοι πετούν πάνω απ’ της καρδιάς τη φωλιά, προκαλούν τη φαντασία και με το φτερούγισμα φέρνουν την απόλυτη ηδονή φτάνοντας την στο όριο της, στο αποκορύφωμα της αντοχής και της ορμονικής σύναξης. Με ένα αγνό χαμόγελο να συντροφεύει τις μετ’ έπειτα στιγμές και το βλέμμα σαν σπίθα να γεμίζει το σώμα όλο, τα πάντα χάνονται αφήνοντας εσένα με τον άνθρωπό σου να αποτελείτε τον πυρήνα του γαλαξία, το σύμβολο του πάθους.

Στον αγώνα επιβίωσης μέσα στην αγάπη, το έπαθλο δεν είναι άλλο από το να σε βραβεύει ο άνθρωπος σου με μια αγκαλιά, να μπορεί να σε κάνει να αισθάνεσαι πολλά εκεί που νιώθεις το κενό μέσα σου. Μπορώντας να αντικρύσει κανείς τα ίδια του τα συναισθήματα, να ακούσει τον εαυτό του, βιώνει την ειλικρίνεια του δεσμού ανάμεσα σε δυο μεταξένιες καρδιές. Οι μικροί πόνοι στις άδειες σελίδες της ζωής γίνονται διπλά αισθητοί στο τέλος του βιβλίου, όταν αυτό φέρνει τον επίλογο στο παραμύθι.

Τι κι αν η ανάγκη προδίδει την ελπίδα, τι κι αν το πάθος αγκαλιάζει τον πόθο. Χαρίζονται τόσα πολλά σε λίγες στιγμές που κανείς δεν αναγνωρίζει όταν το μυαλό ταξιδεύει με το καράβι στα ανοικτά νερά του ωκεανού, στα νερά της φαντασίας. Οι αριθμοί εμφανίζονται για να δώσουν το νόημα στο χρόνο. Οι αποστάσεις για να κατανοηθεί ο χώρος. Και τα τραγούδια για να σημαδεύουν τις μοναχικές βραδιές….

Το πιο πάνω αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο «Πλατωνικό Ταξίδι»

[img]