ΠΡΟΣΤΕΘΗΚΕΣ ΕΣΥ ΚΙ ΕΓΩ ΑΦΑΙΡΕΘΗΚΑ…

Θυμάσαι καθόλου το πρώτο μου βλέμμα σε σένα, την πρώτη φορά; Ήταν μια εσωτερική παραδοχή, μια δική μου εξομολόγηση. Ευτυχώς που είχε πέσει τυχαία κάποτε πάνω σου κι ευτυχώς που ερχόσουν προς το μέρος μου δείχνοντας καθαρά το πρόσωπο σου, γιατί αλλιώς δεν θα όριζες το ενδιαφέρον μου, από το αόριστο στο συγκεκριμένο.

Θυμάμαι τι προσφέρεις στη φύση, πέρα από μια όμορφη ψυχή. Κι όταν σε κοίταξα με επίκεντρο το υπνωτικό σου βλέμμα, κατάλαβα πως παρασύρθηκαν τα δικά μου μάτια στο νεύμα σου όταν θάμπωσε οτιδήποτε άλλο τριγύρω και αγνοούσα τα πάντα. Αφαιρέθηκα. Αλλά προστέθηκες εσύ στην πιο πάνω εξίσωση.

Όσο περνά ο καιρός, απορώ αν μπορεί να σε χάσει από τα χέρια του όποιος σε γνωρίσει, ή πως ρίσκαρε οποιοσδήποτε παλαιότερα να διεκδικήσει το κενό από την απουσία σου στην καθημερινότητα, τη ζωή του.

Σαν να σου πέφτει στο έδαφος το τελευταίο νόμισμα που είχες στην τσέπη και το αφήνεις, αλλά μετά από λίγο στο σουπερμάρκετ που θα χρειαστείς νόμισμα για καροτσάκι, αντιλαμβάνεσαι πως δεν έπρεπε να αφήσεις να χαθεί το μοναδικό που είχες. Αλλά πλέον είναι αργά, το έχασες, το χάρισες στον επόμενο που θα το εκτιμήσει και θα το μαζέψει.

Πάλι ήσουν έμπνευση και σήμερα! Εύχομαι να χαμογελάς αν και δεν μου συμφέρει: γιατί από μακριά δεν θα το δω να συμβαίνει…

[IMG]